Zara black shorts and cropped* top.
v. cropped, crop·ping, crops
v.tr.1.
a. To cut or bite off the tops or ends of: crop a hedge
Πρόσφατα παρακολούθησα ένα Instagram reel, με πρωταγωνιστές δύο πολύ αγαπημένες μου προσωπικότητες, τον Θέμη Τaτάρη και την Ριάνα Κούνου . ...