14.1.13
Bomb-shell/sky&sand/filters/fun
bomb·shell
(b
m
sh
l
)
n.
1.
An explosive bomb.
2.
One that is sensationally shocking, super
3.
One who is very attractive.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Leave your Comment
‹
›
Αρχική σελίδα
Προβολή έκδοσης ιστού
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Leave your Comment